Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

THE BLISS (Grc) – Gabbatha (2011)

Τον περίμενα αυτόν τον δίσκο για να αναφωνήσω ''δισκάρα'' και τα σχετικά, αλλά λόγω προσωπικών υπερπροσδοκιών (το τονίζω εξαρχής αυτό), κάτι τέτοιο δεν έγινε. Οχι πως δεν σκίζει, για τον θεό, σε μερικά σημεία έβρισκα τον εαυτό μου να τα χάνει με την εκτελεστική αρτιότητα, τις τέλεια αφομοιωμένες επιρροές και ΤΗΝ φωνάρα. Απλά δεν είναι το τεράστιο μπαμ που προϊδέαζε το πρώιμο υλικό τους και αντί για μενίρ στο κεφάλι φάγαμε μια σεβαστού μεγέθους κοτρώνα. Ξεκαθαρίζω βέβαια πως μιλάμε για top 5 κυκλοφοριών του τρέχοντος έτους, οπότε δεν διαβάζετε κανέναν μετριοπαθή και συγγνώμη αν περιμένατε κάτι τέτοιο απ’την εισαγωγή.

Λοιπόν πάμε λίγο γρήγορα με τα αρνητικά για να κλείσουμε με σαρωτικό φινάλε. Επιρροές οριακά αλληλένδετες και κάποια αποτυχημένα πειράματα υπάρχουν. Αρχικά, μεσα στον δίσκο έχουμε μερικά dronoειδή, ακουστικά ιντερλούδια που αν και δεν χαλάνε την ροή του υλικού, εμένα κάπως με ρίχνουν. Αυτό βέβαια έχει να κάνει με το ότι έχουν μειωθεί οι όποιες pop-sensibilities του παρελθόντος χάριν ενός πιο περιπετειώδους, εγκεφαλικού παιξίματος που παραπέμπει (όπως πολύ σωστά μαντέψατε όσοι τους έχετε δει σε κάποιο απ’τα αποστομωτικά live τους) στους Tool αν ηχογραφούσαν στην Sub Pop περιόδου 88-93. Οπως ξεκαθάρισα και στην αρχή, αυτό έχει να κάνει με τις δικές μου προσδοκίες όμως, οπότε το προσπερνάμε. Σε δεύτερη φάση, ενώ υπάρχει προσπάθεια για περαιτέρω πειραματισμό (η λύρα με σκότωσε, καλό), οι Bliss κάπου κάπου δείχνουν ανήμποροι (ή καλύτερα απρόθυμοι) να βάλουν σε δεύτερη μοίρα τις επιρροές τους με αποτέλεσμα να ακούγονται μεν τρομερά δεμένα, καλοδουλεμένα και με μπόλικη σκέψη από πίσω τα πάντα, αλλά να είναι ταυτόχρονα ευκόλως αναγνωρίσιμη η προέλευση τους. Είναι και θέμα εμπειρίας αυτό και στην τελική το γάμησα που τα θέλω όλα απ’τον πρώτο δίσκο, αλλά αν δεν ήταν τόσο διακριτό το ταλέντο θα έλεγα γάματο. Πάμε τώρα στα καλά.

Σπάνια βλέπεις εγχώρια μπάντα με πραγματική συνέπεια στα ακούσματα της. Οι Bliss δεν μοιάζουν περιστασιακοί ακροατές ενός εναλλακτικού παρελθόντος που αναγνώρισε μόνο τρεις άντε τέσσερις ρημάδες μπάντες ώς αξιόλογες, αντιπροσωπευτικές και εν τέλει διαχρονικές ενός μουσικού κινήματος (του ''grunge'' ντε). Είμαι ψιλοσίγουρος ότι αν κάναμε κουβέντα θα μιλάγαμε για Amphetamine Reptile, για το Noise rock, την underground σκηνή των Portland & Seattle και άλλα τέτοια (ΤΟΥΣ SABBATH). Πράγματα όχι απαραίτητα συγγενικά με τον ήχο τους. αλλά απολύτως χρήσιμα σε ακαδημαϊκό επίπεδο για να κατανοήσεις την τέχνη σου (ή στην περίπτωση μου το αντικείμενο που θέτω για ανάλυση). Τα εργαλεία με τα οποία δουλεύεις ρε παιδί μου. Ενα ακόμα θετικό είναι το απολύτως ψαρωτικό παίξιμο που μαρτυρά πολλές πρόβες και πολλά λαβυρινθοειδή τζαμαρίσματα που όταν έσκαγε επιτέλους ένα καλό riff οι τύποι κοιταζόντουσαν μεταξύ τους μέσ' στη χαρά. Για την φωνή τι μπορούμε να πούμε; Υπάρχει κάτι αντίστοιχο εδώ γύρω άραγε; Άψογη άρθρωση και χρήση της Αγγλικής γλώσσας στα bonus μάζι με την υπερχροιά κτλ. Στο καθαρά συνθετικό μέρος δεν υπάρχει τίποτα χτυπητό να κατακρίνεις. Το υλικό ακούγεται σαν να έχει γραφτεί φυσικότατα και είναι τίγκα στην έμπνευση σε κάθε έκφανση, είτε όταν κάνουν ''ρυθμικά'' παιχνίδια, είτε όταν σου ρίχνουν ξερά το riff καταπάνω σου, είτε όταν οι τόνοι πέφτουν και δίνεται βαρύτητα στην ''ατμοσφαιρική'' πλευρά της μπάντας. Ναι, όπως ξαναείπα, έχουν μειωθεί οι poppy ευαισθησίες και δεν υπάρχει κάποιο instant hit εδώ γύρω αλλά δεν το λες και grower, μια χαρά πιασσάρικο είναι. Γενικά εξισορροπεί, καταφέρνουν να κάνουν το δεκάλεπτο κομμάτι να φαίνεται μισό ή και λιγότερο σε διάρκεια, παίρνοντας παράλληλα χαμπάρι ότι υπάρχει βάθος εδώ και δεν ακολουθείται μια συμβατική δομή. Αν το ακούσετε θα καταλάβετε, δεν χρειάζεται να ειπωθεί τίποτα παραπάνω.

Σαρωτικό conclusion : γράψτε στ'αρχίδια σας όλα τα παραπάνω και ξεκινήστε το album απ’το ''Dawn''. Aμα το προσπεράσετε σαν κάτι της σειράς θα κάτσω να με γαμήσετε. Το επόμενο album απλά δεν θα υπάρχει.

Κώστας Χ.

http://www.myspace.com/thebliss2006
http://www.spinalonga.net

OVER THE OCEAN (USA) – Paper House (2011)

Οι Over The Ocean είναι μια από τις μπάντες που ξεπετάγονται σαν τα καπρολάχανα μέσα στους αγρούς. Μετράνε περίπου δύο χρόνια από την πρώτη νότα που παίξανε σε κάποιο στούντιο της Virginia, και το ντεμπούτο τους "Paper House" έγινε με την βοήθεια του kickstarter.com το οποίο βοηθά στην χρηματοδότηση της παραγωγής των έργων νέων καλλιτεχνών.

Το συγκρότημα κυμαίνεται σε ένα post-rock attitude με αρκετά στοιχεία από την shoegaze και indie σκηνή, στρογγυλεύοντας έτσι την ήδη χαλαρή ατμόσφαιρα που μπάντες όπως God Is an Astronaut και Explosions in the Sky, δημιουργούν. Οι Αμερικάνοι δίνουν μέγιστο βάρος στον στίχο και στην ερμηνεία αυτού, γεγονός που συμβάλει τα μέγιστα για την δημιουργία μιας ξεχωριστής σύνθεσης εν γένει. Δεν είναι δηλαδή μια τυποποιημένη απομίμηση των Sigur Rós ή των Wovenhand αλλά κάτι ανάμεσα σε αυτές τις φαινομενικά παράταιρες μπάντες. Διατηρώντας για λίγο ακόμα όλη αυτή την ονοματολογία, είναι σημαντικό να επιστήσουμε την προσοχή του ακροατή για δύο-τρία πολύ ξεχωριστά κομμάτια της κυκλοφορίας που ακούνε στο όνομα "Everything Will Change", "Something I Was Not", "Build Your Kingdom".

Αν λέγαμε ότι ένα πράγμα ξέρουν να κάνουν καλά οι Over The Ocean, αυτό είναι ότι μπορούν να δημιουργούν με τις συνθέσεις τους τοπία τα οποία δονούνται από τους πολύ εκφραστικούς και δυνατούς τους στίχους. Όσοι πιστοί, από περιέργεια και μόνο, προσέλθετε.


Νικος Ζ.

www.myspace.com/overtheoceanband

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2011

IMPUREZA (Fra) – La Iglesia Del' Odio (2010)

Να και μια δισκάρα που έπρεπε να πάρει το χρόνο της για να με εντυπωσιάσει. Το “La Iglesia Del' Odio” σημαίνει “εκκλησία του μίσους” στα ισπανικά, οι ακάθαρτοι (impureza = ακαθαρσίες) κάφροι όμως που τη δημιούργησαν έρχονται απ' τη Γαλλία. Είναι ολοκληρωτικά χωμένοι στην εμμονή της “ιβηρίας”, αφού κατά τα λεγόμενα της ίδιας της μπάντας, οι Impureza δημιουργήθηκαν ακριβώς γι' αυτό το σκοπό, να παίξουν death metal δηλαδή επηρεασμένο από την παραδοσιακή μουσική της ιβηρικής χερσονήσου. Τώρα βέβαια ο όρος “Brutal Death Flamenco” που οικειοποιούνται για τη μουσική τους δεν είναι και πολύ της προκοπής, μη σου πω ακούγεται και αστείος, όμως είναι μια καλή αφετηρία για μπει κανείς στη φάση της μπάντας.

Ο δίσκος όπως είναι αναμενόμενο, ξεκινάει με το ξεκώλιασμα μιας κλασικής κιθάρας, η οποία υποχρεώνεται να κουβαλήσει η κακομοίρα όλη την κάβλα του τρελαμένου οργανοπαίχτη της για ξέφρενα flamenco ακροβατικά. Αμέσως μετά μπαίνει χώσιμο με blasts και τέρμα γκάζια στις κιθάρες! Και αν αυτό σε πρώτη φάση προδιαθέτει μάλλον αρνητικά, στην περίπτωση των Impureza είναι αυτό που κάνει τα πράγματα αληθινά ενδιαφέροντα: δεν ακούς ένα συνεχόμενο αυνανισμό από σόλο και υπερτεχνικά περάσματα, ούτε cheesy power metal επικούρα. Ακούς πραγματικό brutal death με πραγματικές flamenco σφήνες!

Τα κομμάτια είναι δουλεμένα με τις ώρες (τα μισά σχεδόν υπάρχουν από το 2005 και τα πρώτα demo της μπάντας) με δεδομένη τη συνθετική ικανότητα της μπάντας και την πλήρη επίγνωση του πότε και που θα δοθούν οι folk/μελωδικές ανάσες, οι οποίες θα “αδειάσουν” για λίγο την ανελέητη μπρουταλιά, για να επανέλθει δριμύτερη λίγο αργότερα. Το εντυπωσιακό είναι βέβαια ότι όλη αυτή η εναλλαγή γίνεται με πραγματική ένταση, ενώ κάτι οι ισπανόφωνοι στίχοι, κάτι τα ίδια τα ηλεκτρικά riffs που πολλές φορές μοιάζουν να είναι προεκτάσεις των folk ακουστικών, κάνουν τη μουσική να έχει τέτοια ομοιογένεια, που είσαι ανίκανος να φανταστείς πλέον τα κομμάτια, και δη τα τυπικά death metal μέρη, χωρίς όλο αυτό το εξωγενές, μη-μέταλ σκηνικό. Κάπως έτσι σε νικάει αυτή η μπάντα.

Οι Impureza είναι σαν να έχεις βάλει στο ίδιο καζάνι τους Nile με τον Al di Meola! Το μείγμα είναι τόσο καλό, που όποιον απ' τους δύο και να γουστάρεις, αυτοί οι Γάλλοι είναι για σένα.


Γεράσιμος Β.

http://www.myspace.com/impureza
http://www.snakebiteprod.com/

Husere Grav (US) - Husere Grav (2010)

Η παρουσίαση που ακολουθεί θα είναι σχετικά ξερή και σύντομη – η κασσέτα που διάλεξα δεν με διευκολύνει να γράψω κάποια πιο ενδιαφέρουσα κριτική να πω την αλήθεια. Αφού δεν μπόρεσα να βρω όμως κάποια καλύτερη και επίκαιρη αφορμή για την παρουσίαση του εν λόγω καλλιτέχνη, μπαίνω απ'ευθείας στο ψητό.

Todd Watson λοιπόν είναι το όνομα ενός συμπαθέστατου χοντρούλη (misanthrope southern lord στη γλώσσα των δελτίων τύπου) από το Τέξας. Με ένα black metal παρελθόν και με μια ανήσυχη διάθεση για το sound manipulation και την (όχι-και-τόσο) ανορθόδοξη χρήση της κιθάρας, συγκεντρώνει τις επιρροές του στο τελευταίο και πιο ενδιαφέρον project του με όνομα Husere Grav, παίζοντας ένα πολύ ενδιαφέρον δείγμα black noise (με το βάρος στην noise επιρροή του ιδιώματος).

Συνολικά, οι μέθοδοί του κινούνται ανάμεσα στις κλασσικές Prurient/Whitehouse “παραμορφωμένα vokills και μικροφωνισμοί” power electronics στιγμές και στις κιθαριστικές dark ambient συνθέσεις – μέθοδος που κυριαρχεί και στο Husere Grav. Απλές δυσαρμονίες, ξεκάθαρα εμπνευσμένες από το black metal παρελθόν του, αντηχούν και διατηρούνται σε μία αρκετά σαθρή χρονική κλίμακα, προσεγγίζοντας μια drone άχρονη λογική. Η σύνθεση είναι μάλλον απούσα και η εξέλιξη ενστικτώδης. Παρ'όλα αυτά το σύνολο μαρτυρά μια αρκετά καλή αντίληψη της εξέλιξης και της αντίληψης του εσωτερικού ρυθμού, δίνοντας τελικά κομμάτια που (το κατά δύναμιν) ξεφεύγουν από την παγίδα του βαρετού.

Χωρίς να παρουσιάζει την ποικιλία και την διάθεση για πειραματισμό των split κυκλοφοριών του πλάι στους εκπληκτικούς Robedoor και Torturkammer, είναι ένα πολύ καλό δειγμα δουλειάς και μια καλή πρώτη εξοικείωση με τον ήχο του Husere Grav – αν και πιο πιθανό να συγκινήσει τους οπαδούς της lo-fi ψυχεδέλειας και της drone παρά της black και noise. Αξίζει πάντως να το αναζητήσετε, ακόμα περισσότερο δε τα προαναφερθέντα splits (κυκλοφόρησε σε 111 εξαντλημένα αντίτυπα, οπότε καλό ψάρεμα).

Δημήτρης Γ.